Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

1920s Kalamarias burning hell (μια προσφυγική σκοτεινή ιστορία)

 


Το ημί- γυμνό λικνιζόμενο σώμα της ανέδιδε κάτι  απ την φωτιά της Σμύρνης και της Σινώπης

Το βλοσυρό βλέμμα του γυμνασιάρχη, του  διευθυντή της κλινικής, του στρατηγού, του διευθυντή του     Κυβερνείου γδέρναν  το "είναι" της καθώς χόρευε για να ζήσει

Και συ   μέσα στις λάσπες  χωμένος, σε μια παράγκα πρόχειρα στημένη  σκυφτός στο ετοιμόρροπο  ξύλινο τραπέζι να περιμένεις  τον Τούρκο, τον Εβραίο και τον Βούλγαρο

Να πίνεις και να περιμένεις καθώς αυτή  τυλιγόταν μέσα στο παλάτι στις  φλόγες της κολάσεως


Έπινες και περίμενες , περίμενες και έπινες

Και οι προύχοντες πίνανε, όχι το φθηνό δικό σου κρασί μα σαμπάνια από την Γαλλία

Πίνανε και  θαυμάζανε  πριν ξεσκίσουν τις σάρκες της

Και αυτή  άφηνε όπως τις διατάξαν  τα λιγοστά κομμάτια  ύφασμα να πέσουν απ το σώμα της


Πριν χτυπήσει η  πόρτα σου αναρωτήθηκες  βαθιά μέσα σου

"εσύ την έστειλες εκεί;"

Εσύ; εσύ; εσύ;

Εσύ ή κάποια φίλη , φίλος , συγγενής  που της δίδαξε πως  στον κόσμο υπάρχουν και άλλα πράγματα, ομορφότερα απ το συρματόπλεγμα ενός  προσφυγικού στρατοπέδου;

Υπάρχει της λέγανε ζωή έξω απ το Καραμπουρνάκι, όποιος θέλει την  αρπάζει και την πίνει

Πρέπει να  βρούμε δουλειά να ζήσουμε  της  έλεγες εσύ

Η δουλειά είναι για τους χαζούς, ο πλούτος  για τους τολμηρούς


Και  συνέχιζες να περιμένεις, τον Βούλγαρο, τον Τούρκο και τον Εβραίο

Να σου φέρουν το όπλο, την τοποθεσία και το διαβατήριο να περάσεις

Η πόρτα άνοιξε. Οι τρεις τους μπήκαν  μέσα στην ετοιμόρροπη  καλύβα, αυτήν που έμπαζε από παντού

Καθίσατε κάτω στην κουρελού

Ήπιατε και  τσιμπολογήσατε τα φτωχά μεζεδάκια

και μετά ξαναήπιατε και  ξαναήπιατε

Μετά σηκωθήκατε και χορέψατε, μεθυσμένοι, κυκλικά

και μετά...φύγανε μά κάτι  αφήσανε

Κάτι σου αφήσανε


 μέσα στο πολυτελές σαλόνι, πάνω στο μεγάλο  γυάλινο bauhaus τραπέζι ο στρατηγός, ο γυμνασιάρχης, ο μεγαλοιατρός και ο  διευθυντής του υπουργείου την ξαπλώναν και οι γλώσσες τους γευόταν την φλόγα του  γυμνού κορμιού της...

του  γυμνού  κορμιού της  που  είχε κάτι απ την φωτιά της Σμύρνης; και την Σινώπης


Τα δυο σου πιστόλια  , τυλιγμένα με  ρετάλια από  ύφασμα, τινάζαν στον αέρα το σώμα του φτωχού κρητικού φύλακα 

του ανθρώπου που ήρθε απ το  χωριό του στον Βορρά  με όπλο την τιμή και την λεβεντιά  του να  φυλάει τον Γίγαντα συντοπίτη του, του  συντέκνου του που έπινε το αίμα  ξένων σε ένα ξένο  τόπο

Μετά οι σφαίρες  σου  ανοίγαν το σώμα ενός φτωχού υπηρέτη που σήκωνε το τηλέφωνο να  καλέσει τους υπερασπιστές  του  αφεντικού του

Μετά μέναν 20 μέτρα απ τον διάδρομο ως το τραπέζι

Και οι σφαίρες συνέχιζαν να  βγαίνουν απ τα δυο πιστόλια, το εβραίικό και το  βουλγάρικο

Και  τα σώματα αυτών που θεωρούσαν πως κατέχουν τα πάντα συνέχιζαν να  τινάζονται  μακριά απ το τραπέζι πριν πέσουν στο έδαφος κατακόκκινα και  άψυχα

Έμεινε μόνο ένα...

Ο  Τούρκος  στην καλύβα του χε πει

"πάντα μένει μόνο ένα, ζύγιαζε  καλά "

Ο Στρατηγός  τραβούσε τα παντελόνια του πάνω και  στρεφόταν αγριεμένος  προς το μέρος  του

Το πιστόλι του, αυτό το ένδοξο πιστόλι που απελευθέρωνε αλλοτινές εποχές τις Μακεδονίες  τώρα ερχόταν στα χέρια του

Εσένα  όμως δεν σου  χαν μείνει  σφαίρες

Μόνο τα λόγια και  το  σκαλιστό μαχαίρι που σου πρόσφερε  καθώς μεθούσατε ο τούρκος

Το ζύγισες πριν το πετάξεις

Το ζύγισες πριν περάσει στον λαιμό του ένδοξου στρατηγού που απελευθέρωνε για να βιάζει καταπιεσμένα εδάφη


Και μετά  εσύ και κείνη, σε έναν χώρο  γεμάτο αίματα και κενό

Κοιταχτήκατε...και μετά στράφηκε σε κάποιον άλλον που στεκόταν πίσω σου

Περπάτησε ως εκεί , την πήρε και χαθήκανε

Περπάτησαν στον κήπο του αρχοντικού πριν βγουν έξω σε μια πόλη όπου αν δεν είχες λεφτά την έβλεπες ως φτωχομάνα και αν είχες ως  βασίλειο του ρομαντισμού

Και συ;

Εσύ έμεινες μόνος

Μόνος δεν ήσουν από πάντα άλλωστε;

Έμεινες μόνος με  ένα εβραίικό και ένα βουλγάρικο πιστόλι στα χέρια και ένα  τούρκικο  σκαλιστό μαχαίρι στην ζώνη

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Μαίρη και ο μικρός γιος της

  Τα ξένοιαστα techno  beat rave χρόνια των 90ς  τελειώσαν γρήγορα για την  Μαίρη Ένα  χρόνο μετά τον γάμο και 6 μήνες μετά  την  γέννα της,  ο Αντώνης την χώρισε και βρήκε μια πολύ νεότερη της Διατροφή  πλήρωνε όποτε θυμόταν δηλαδή μια φορά τον χρόνο και άμα. Με τα  600 ευρώ απ το fast  foord που δούλευε και με μια μιρκή βοήθεια απ την μάνα και τον πατέρα της προσπαθούσε να μεγαλώσει το αγοράκι της, τον Ερμή Μόνο όταν σχολούσε και περνούσε  ώρες μαζί του  ένιωθε ευτυχισμένη. Φτωχιά, στο όριο της επιβίωσης αλλά ευτυχισμένη Ώρες- ώρες ένιωθε ξανά  την λαχτάρα της επαφής και του  σεξ με κάποιο αντρικό κορμί αλλά μπροστά  στο μεγάλωμα του Ερμήτης περνούσε  γρήγορα Ο Ερμής από τότε που ξεκίνησε να περπατάει  του άρεσε να κλωτσάει μια μπάλα στο πάρκο Η Μαίρη ήταν εκεί και  ο Ερμής της έλεγε να κάνει τον τερματοφύλακα.Αρχικά η Μαίρη δεν γνώριζε. Έτσι έκατσε να βλέπει ποδόσφαιρο Ο Ερμής καθόταν στην ...

Πανηγύρι στο Στυγερό-η Ρίκα η γεροντοκόρη 1(πιλότος)

Η νύχτα είχε πέσει στην πλατεία του ορεινού χωριού Τα τραπέζια   στην είσοδο της  είχαν στηθεί  σε  δυο σειρές , η μιά απέναντι στην άλλη οι οποίες σειρές μετατρεπόνταν όσο προχωρούσες σε ένα  ημικύκλιο γύρω απ το κέντρο της πλατείας Στο κέντρο της πλατείας  ακριβώς μπροστά απ την είσοδο της ψησταριάς του Μανώλη είχε στηθεί η ορχήστρα με τους  τραγουδιστές και τις τραγουδίστριες     Στα πρώτα  τραπέζια   μπροστά  στην ορχήστρα καθόνταν ο δήμαρχος ο γνωστός στο χωριό και ως Βαγγέλας. Παχύσαρκος  γύρω  στα 55 με  μουστάκι και με ακούρευτο μαλλί  του οποίου τα τσουλούφια έπεφταν συνεχώς  στο  μέτωπο του και τα έφτιαχνε προς τα πίσω με το χέρι -Δήμαρχε ;  φώναξε ένας  συγχωριανός του   απ την άλλη μεριά της πλατείας, πολυ καλλιτεχνικό το στήσιμο στην είσοδο της πλατείας. Εσύ το σκέφτκηες; -Εγώ, ποιος άλλος;όλα εδώ πέρα πρέπει να  τα κάνω μόνος μου λέμε. Χρόνια τώρα, ...

Βουλγάρικες αλήθειες-σύντομο θεατρικό

  Ενα  σκοτεινό ημιφωτισμένο  δωμάτιο. Στο κέντρο του είχε ένα  τραπέζι. Οι δυο αστυνομικοί  καθόνταν απένατι απ τον Μπόρις, τον επονομαζόμενο και "Βούλγαρο"  Οι  τρεις τους κοιτιόνταν για ώρα. Τελικά πήρε τον λόγο ο πιο έμπειρος  αστυνομικός, ο Γεωργίου αφού έριξε μια  κλεφτή ματιά στον Βασιλείου -Καλώς  ανταμώσαμε ξανα Μπόρις, είπε στον "Βούλγαρο" -Καλώς σας βρίσκω,απάντησε  αδιάφορα  ο Βούλγαρος διατηρώντας το αγριέμμένο του βλέμμα -Τι σε έκανε να αφήσεις την  καβάτζα σου στην Σόφια και να κατηφορίσεις ξανά στα μέρη μας; τον ρώτησε ο Βασιλείου Ο Μπόρις κοίταξε τον  Γεωργίου -Πήρε προαγωγή η Φιλλιπινέζ σε  μπάτλερ; τον ρώτησε  υπονοόντας τον Βασιλείου Ο Γεωργίου  με πολλά χρόνια υπηρεσίας και αναλόγων καταστάσεων στην πλάτη του απάντησε -Απάντα σε ότι σε ρωτάνε  ρε Μπόρις...να  τελειώνουμε  μια  ώρα αρχύτερα -Αφεντικά και δούλοι, σκατά γινήκαμε  ούλοι,μονολόγησε ο Μπόρις -Τα έ...