Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πολιτισμός σε πρώτο πλάνο-σύντομο διήγημα


Κατηφόρισε   μέσα στο σούρουπο  τους λόφους και εμφανίστηκε μπροστά  του η πόλη

Για την ακρίβεια ήταν η μοναδική πόλη που  είχε  κατοίκους πλέον

Η μοναδική πόλη που τρόπο τινά ο πολιτισμός είχε μείνει όρθιος  μετά  την  μεγάλη  πυρηνική επίθεση  όπου είχαν εξαπολύσει  όλα τα κράτη , το ένα εναντίων του άλλου

Βάδισε μερικά μέτρα και εισήλθε  εντός  των τειχών της

Παντού στους δρόμους έβλεπες  μόνο ποντίκια. Φρόντισαν για αυτό οι ζωόφιλοι  της πόλης που είχαν επιδοθεί σε μαζικές στειρώσεις  γατιών. Τώρα πλέον  δεν υπήρχε κάποιος να  κυνηγήσει τα ποντίκια και αυτά κάνανε πάρτυ στους δρόμους

Λίγο παρακάτω  συνάντησε  τον επιφανή πολιτικό να  τον έχουν βάλει κάτω μια ομάδα από πιτσιρικάδες και να τον χτυπάνε  αλύπητα

Ήταν ο μόνος πολιτικός που  προκειμένου να χτυπήσει  τις συνέπειες  της ύπαρξης των λεφτάδων εδώ και δεκαετίες   σύστηνε  συμμαχίες πλουσίων με  φτωχούς 

Προσπαθούσε να ανατρέψει το σύστημα  αναζητώντας  τρόπους ενίσχυσης του

Προσπαθούσε  να  χτυπήσει την φτώχεια   αυξάνοντας παράλληλα τα  πλούτη αυτών που την προκαλούσαν

Ήταν και το εκκεντρικό του  ντύσιμο με παρδαλά πουά  πουκάμισα  και το μονίμως ειρωνικό του ύφος  αλλά και η αλαζονείας του -ποτέ  στην ζωή του δεν παραδέχθηκε πως κάπου έσφαλλε  λίγο-.

Όλα  τα παραπάνω κάναν  τις ορδές των πιτσιρικάδων να τον  χτυπάνε  αλύπητα, βάναυσα...σχεδόν απόκοσμα και απάνθρωπα

Ουρλιάζαν

"Μας έσκασες. Σκάσε πια. Μην ξαναμιλήσεις ποτέ.Σαχλαμάρα. 3 πυρηνικές  καταστροφές  δεν σου φτάσανε να  βάλεις μυαλό"

Δεν ανακατεύτηκε. Απλά  προσπέρασε το λυντσάρισμα  και  περπάτησε λίγο παρακάτω, ανάμεσα  στα ποντίκια  των δρόμων που ήταν παντού  παρόντα

Ήθελε  να βρέξει τα χείλια του και το μόνο που υπήρχε ήταν μια χαρτοπαικτική λέσχη

Μπήκε εντός της και αντίκρισε  τραπέζια με πράσινες τσόχες και  "παίκτες"

Σε ένα  απ αυτά δεν ήθελε μυαλό να καταλάβεις πως καθόταν ο αρχηγός της τοπικής μαφίας

Μια καλλίγραμη ψηλή σερβιτόρα  τον πλησίασε  καθώς κοιτούσε και μελετούσε τα χαρτιά του πριν ρίξει.

Κρατούσε μια πάνινη  σακούλα. Την ακούμπησε στο  τραπέζι και την άνοιξε  ψιθυρίζοντας του

"το κεφάλι του Μπεν. Τον φάγανε  τα παιδιά πριν  σε φάει"

Ο τοπικός  μαφιόζος κοίταξε το άψυχο  κεφάλι του αρχηγού της αντίπαλης  συμμορίας

Μετά  το  βλέμμα του στράφηκε προς την  ψηλή καλλίγραμη  σερβιτόρα

Της  είπε  ένα "σ  ευχαριστώ" πριν το πιστόλι του βγει απ την τσέπη του και  της  χώσει τρεις σφαίρες

Μετά κοίταξε τους παίκτες   στο τραπέζι και αδιάφορα  αναφώνησε

"Ο Μπεν ήθελε να με  φάει. Εγώ πάλι αγαπάω την ζωή. Αν έκανε πράξη  τις απειλές του ο Μπεν  δεν θα προλάβαινα  να κάνω όσα έχω προγραμματίσει σε αυτή την ζωή"

Ένας απ τους παίκτες στο τραπέζι τον κοίταξε και τον ρώτησε

"σαν τι έχεις προγραμματισμένο να κάνεις που ο απρόσμενος  θάνατος  σου θα  το  απότρεπε;"

ο  τοπικός  μαφιόζος  ήπιε μια γουλιά απ το ποτό του και  απάντησε

"ήθελα πάντα  να δω πως είναι να αυτοκτονείς" 

Μετά έστρεψε το πιστόλι στον κρόταφο του  και πάτησε μια φορά την σκανδάλη τινάζοντας τα μυαλά  του στον αέρα

Αυτός τέλειωσε το ποτό του στα γρήγορα και βγήκε ξανά στον δρόμο, το  βασίλειο των ποντικών

Μια ομάδα ζωόφιλων προσπαθούσε να πιάσει όσα περισσότερα μπορούσε  για  να  τα στειρώσει και αυτά. Έτσι είχαν μάθει από παιδιά. Κάθε πρόβλημα λυνόταν με μια στείρωση

Λίγο παρακάτω  είδε τον έφορα συνοδεία  αρμάτων μάχης του στρατού  να εισέρχεται πρώτα στο φουρνάρικο και μετά στο μανάβικο και να  αδειάζει τα ράφια και τα  ταμεία. Εξερχόμενος πλησίασε έναν κάδο  σκουπιδιών και άδειασε το περιεχόμενο της λείας  του σε αυτόν πριν τον βάλει φωτιά

Ο  Φούρναρης αγριοκοίταζε τον  Μανάβη και  αμέσως τραβήξαν και οι δυο τους  σουγιάδες μαχαιρώνοντας ο ένας τον άλλον

Δεν συνέχισε  άλλο την περιήγηση του στην  μοναδική πόλη, αυτήν που τόσο πολύ οι κολασμένοι της μετα-πυρηνικής  εποχής προσπαθούσαν να προσσεγγίσουν

Έξω απ την πόλη, μακριά  απ τον πολιτισμό  επικρατούσε μια ζωώδης κατάσταση όπου όλοι θέλαν να αποφύγουν

Εκεί ήθελε να επιστρέψει. Ο πολιτισμός πλέον του έπεφτε κάπως  βαρύς

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γυναίκα ντελίβερυ 1

Είχε πάει 10 και μισή το βράδυ. Αυτή την ώρα  , τις καθημερινές οι δρόμοι αδειάζαν  από τα αυτοκίνητα Της άρεσε αυτή η ώρα. Μπορούσε να δουλέυει πιο άνετα.  Καβαλούσε  το παπάκι της και  πήγαινε τις παραγγελίες  πιο γρήγορα  χωρίς να είναι αναγκασμένη να τρέχει. Μια τέτοια  ώρα  μέσα στο ψιλόβροχο  οδηγούσε  ακούγοντας  στα ακουστικά την αγαπημένη της  μουσική απ τα  80ς   Φτάνοντας με τις πίτσες στα χέρια   στον όροφο που ήταν ο πελάτης,  χτύπησε το κουδούνι του Της  ανοίξαν  δυο έφηβοι που χαμογελούσαν σαν χαζοί Από μέσα της ήρθε η μυρωδιά του μπάφου. Γνώριμη μμυρουδιά. Στην ηλικία τους  τα ίδια έκανε με τις φίλες της ή με το  τότε  αγόρι  της, που μετά έγινε σύζυγος της  , μετά  την κεράτωσε και μετά την χώρισε  αφήνωντας της  άφραγκη να συνεχίσει την ζωή της Τα πιτσιρίκια  της κοιτούσαν εντυπωσιασμένα. Ακόμη και στα  37 της ...

Μπίστας και Μπαρτάς-μικρό θεατρικό

  Το μπαρ  βιτρίνα για τον μαφιόζο Μπαρτά ήταν κλειστό   τις πρωινές ώρες και  για αυτό τον λόγο αποτελούσε το καλύτερο μέρος για να συναντηθεί  και να συζητήσει τις διαφορές του με τον  κύριο ανταγωνιστή του Μπίστα Στο κέντρο του μαγαζιού στήθκε ένα  τραπέζι και ο Μπαρτάς περίμενε στωικά την άφιξη του Μπίστα Ο Μπίστας μαζί με δυο ακόμη άντρες μπήκαν στο μαγαζί Ήταν ο Νικολάκης  ο μπράβος του και ο Στούκας ο σύμβουλος του Ο Σώστης και ο Λέλος ήταν το αντίστοιχο δίδυμο του Μπαρτά και σπεύσαν να παρουν θέση όρθιοι από πίσω του Ο Μπαρτάς του είπε -Καλώς τους , και έκανε με το χέρι του νόημα να καθίσει, κάτσε -Δεν σηκώνεσαι καν να με  υποδεχθείς; ρώτησε ο Μπίστας -Αν θες πρωτόκολλο τράβα στο προεδρικό μέγαρο Ο Μπίστας έκατσε χαμογελώντας Ο Μπαρτάς έκανε έναν  μορφασμό  σαν να τον ρωτούσε τι σήμαινε το χαμόγελο του Ο Μπίστας σήκωσε το γάντι και του απάντησε -Καλά λένε  πως  γερνάς, σε  πεθαίνει η μέση σου και δεν μπορ...

Τι έκανες;(σύντομο διήγημα)

 Στο  εγκαταλελειμμένο  υπόγειο  πάρκινγκ υπήρχε μια καρέκλα. Σε αυτήν καθόνταν ένα  δεμένος πισθάγκωνα άντρας.Ο Οδυσσέας και απέναντι του υπήρχε μια άλλη  καρέκλα στην οποία καθόνταν ο επιθεωρητής Νικολάου Οι δυο άντρες  κοιτάζαν ο ένας τον άλλον αμίλητοι πριν ο επιθεωρητής σπάσει την σιωπή -Χαμογελάς. Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας συνέχιζε να τον κοιτάζει και να χαμογελάει -Είσαι  ξυλοκοπημένος, χρειάζεσαι άμεσα  γιατρό, είσαι σ τα χέρια μας. Κανείς δεν γνωρίζει που βρίσκεσαι. Ίσως ναι να  μην είσαι ζωντανός σε λίγες ώρες ή λεπτά και συ  χαμογελάς; -Ναι. Για την ακρίβεια σε κοιτάζω και χαμογελάω -Γιατί; Πιστεύεις πως  εγώ βρίσκομαι σε δεινή  θέση και συ πως είσαι καλύτερα από εμένα; -Εσύ πιστεύεις κάτι διαφορετικό; Ο επιθεωρητής ξεφύσηξε -Να σου πω. Εγώ έχω μια σταθερή  δουλειά. Στην αστυνομία. Έχω μια πολύ καλή ανώτερη θέση. Στην αστυνομία. Πληρώνει καλά αυτή η  θέση. Σύντομα θα πάρω και προαγωγή και ίσως  στις επό...