Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Danger in sunny land

 


Δεν είχε μέλλον

Τα είχε  χάσει όλα

Δεν υπήρχε προοπτική για αυτόν καμία

Θα μπορούσε να συνεχίσει να προσπαθεί να φτιάξει την ζωή του  όμως θα έμενε στην προσπάθεια δουλεύοντας, μαζεύοντας λιγοστά λεφτά  τα οποία αμέσως θα ερχόταν κάποιος απ τους εναλλασσόμενους  κυβερνήτες  της ηλιόλουστης χώρας να του τα αρπάξει  βάσει νόμου

Δεξιοί κυβερνήτες κάνανε  δεξιά πράματα   και αριστεροί κυβερνήτες   μιμούνταν τους δεξιούς κυβερνήτες

Δεξιά και ακροδεξιά κόμματα δηλώναν πίστη  στους  προστάτες της χώρας

Αριστερά κόμματα που υποτίθεται μαχόταν για την απεξάρτηση απ τους προστάτες   καλούσαν τους οπαδούς τους να μην αντιστέκονται σε αυτούς 

Για αυτό ανέβηκε στην ταράτσα κρατώντας  ένα γεμάτο πιστόλι που έκλεψε από έναν  ψιλομαφιόζο σε κάποιο μπαρ  τις προάλλες

Πλησίασε και έκατσε στην άκρη της ταράτσας με τα πόδια του να αιωρούνται στο κενό

Δεν γνώριζε πως από κάτω, στον δρόμο θα περνούσε η πομπή με τον κυβερνήτη  της χώρας που επισκεπτόνταν  την πόλη

Έφερε το πιστόλι στον  κρόταφο του

Χαμογέλασε

Ένα κλικ   θα έκανε το χέρι του στην σκανδάλη και όλα θα  τελειώναν

Όχι πια προβλήματα, όχι πια  άγχος, όχι πια κούραση

Το δάχτυλο άγγιξε την παγωμένη σκανδάλη όμως  λίγο πριν την πιέσει είδε απ την απέναντι  ταράτσα κάτι να λαμπυρίζει και να τον τυφλώνει η αντανάκλαση που έκανε ο ήλιος 

Πρόσεξε καλύτερα και είδε  κάποιους  να τον σημαδεύουν με καραμπίνες...επαγγελματικές και πανάκριβες

Από έναν τηλεβόα ακούστηκε μια φωνή

-Άφησε  με αργές κινήσεις το πιστόλι  κάτω

Που κάτω;  Εκεί που ήταν αυτό θα έπεφτε στον δρόμο

-Απομάκρυνε το απ τον κρόταφο σου και   άφησε το να πέσει κάτω. Μην τολμήσεις να πυροβολήσεις τον εαυτό σου  γιατί θα αναγκαστούμε να σε σκοτώσουμε

Ήταν δυνατόν;

Οι μπάτσοι που χαν ζώσει  τις  ταράτσες   για την ασφάλεια του κυβερνήτη  τον απειλούσαν πως αν αυτοκτονούσε θα τον σκοτώναν

Σχεδόν από ένστικτο αρνήθηκε να υπακούσει

Αν υπάκουε  στην ουσία θα τον βοηθούσαν να ολοκληρώσει την προσπάθεια του να  αυτοκτονήσει αλλά ένιωσε  βαθιά μέσα του ένα σχεδόν αρχέγονο ένστικτο  αξιοπρέπειας και αυτοσυντήρησης που τον οδήγησε στην άρνηση  του να  υπακούσει

Η φωνή της λογικής που ακουγόνταν  σιωπηλά  μέσα απ τα σπλάχνα του ερχόταν σε  πλήρη αντίθεση με φωνή του παραλόγου που  μετέδιδε  μέσα απ τον τηλεβόα του ο ένστολος δημόσιος υπάλληλος

Ένα  ντρόν και ένα ελικόπτερο κάνανε την εμφάνιση τους πάνω απ το κεφάλι του

Τα ένιωθε, τα άκουγε όμως δεν σήκωσε το κεφάλι να τα κοιτάξει

Απλά  σήκωσε το πιστόλι  ψηλά  τεντώνοντας το χέρι του   δείχνοντας πως υπακούει στις εντολές του ανθρώπου με τον  τηλεβόα

Οι κινήσεις του  δείχναν πως  θα  άφηνε το πιστόλι να πέσει στο κενό 

Όμως δεν το έκανε

Όπως  είχε  στραμμένο το πιστόλι  προς τον ουρανό πάτησε  την σκανδάλη μια  φορά

Η σφαίρα έφυγε και κατευθυνόντανε  προς το ελικόπτερο  της  αστυνομίας που  ίπτατο πάνω απ το κεφάλι του

Ο πιλότος του  έκανε έναν ελιγμό να την αποφύγει και τα κατάφερε όμως οι λεικες του μπλέχτηκαν με το ντρον που επίσης ίπτατο  παραδίπλα.

Το ελικόπτερο έχασε τον ύψος και έπεσε  πάνω στην ταράτσα  που βρισκόταν οι ένστολοι που τον σημάδευαν

Εκρήξεις  , φωτιές  , εκκωφαντικοί  θόρυβοι

Αυτός  σχεδόν από ένστικτό  σηκώθηκε όρθιος και έτρεχε προς το κλιμακοστάσιο

Κατέβαινε  δυο δυο τα σκαλιά καθώς άλλοι ένστολοι  τα  ανέβαιναν  δυο  δυο

Όταν συναντήθηκαν σήκωσε το πιστόλι του και  τους έριξε πρώτος 

Σωριάζονταν τα πτώματα νεκρά   αλλά δεν τελειώναν καθώς  προχωρούσε προς τα κάτω πυροβολώντας

Όταν τελειώσαν οι σφαίρες του  άρπαξε από  δυο νεκρούς   διώκτες του τα δικά τους πιστόλια και συνέχισε  Οι όροφοι και οι  κυνηγοί  μοιάζανε να μην τελειώνουν

Όταν έφτασε στο ισόγειο και  βγήκε  στον δρόμο είδε  μόνο πολίτες  στον δρόμο 

Έκρυψες το πιστόλι του και  έτρεξε προς  το ισόγειο της πολυκατοικίας που είχε πέσει το ελικόπτερο

Κόσμος είχε μαζευτεί από κάτω και μια χιπστερ νεοπλουτη   νεαρή γυναίκα  με  στρωμένη  δουλειά  και ζωή μονολογούσε

-Εχθροί της δημοκρατίας  επιτέθηκαν στη νπολυκατοικία 

Την κοίταξε και κούνησε  το κεφάλι του προσποιούμενος που  συμφωνεί

Ξαφνικά  είδε   κάπου στο "¨πουθενά" πως ο  γιάπης σύζυγος της το βράδυ αφού της έκανε έρωτα θα την  στραγγάλιζε ένας θεός  ξέρει   για ποιον λόγο και εξαιτίας  ποιων συμπλεγμάτων και ψυχοσωματικών διαταραχών  του γεννούσε η πετυχημένη σε  έναν  κόσμο γενικευμένης αποτυχίας  ζωή του

Δεν έδωσε σημασία και  απομακρύνθηκε

Τριγυρνούσε  στους δρόμους μέχρι που  βράδιασε

Από μια κάβα  αγόρασε ένα μπουκάλι  ουίσκι και  καθώς συνέχισε να  βαδίζει  δίπλα στις βιτρίνες των καταστημάτων έπινε

Τελικά τι είχε  γίνει;

Θα ζούσε τελικά;  Είχε μπερδευτεί και ο ίδιος

Κάτι μέσα του , του έλεγε πως έπρεπε

Κοντοστάθηκε σε μια  βιτρίνα ενός μαγαζιού που πουλούσε τηλεοράσεις

Πανικοβλήθηκε όταν είδε  στην οθόνη μιας τηλεόρασης με γιγάντια  οθόνη  να  δείχνει  ένα έκτακτο  δελτίο  ειδήσεων

Δείχνανε το πρόσωπο της   χίπστερ  βολεμένης  που του μίλησε το πρωί και από κάτω έγραφε

"ο θάνατος μιας κουκλίτσας. Την  στραγγάλισε ο άντρας της   γυμνή  στο  κρεββάτι τους ..."

Τι συνέβαινε  στην  ηλιόλουστη χώρα;

Και προπάντων  πως γίνεται να είχε δει 12 ώρες νωρίτερα την δολοφονία μιας άγνωστης σε αυτόν γυναίκας;


 



 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κανείς δεν ξέρει το ακριβές όνομα της

  Υπάρχει ένας  θρύλος στα στενά της πόλης Τον λένε ακόμη οι κυράδες πίνοντας τον καφέ τους τα πρωινά Άλλοτε τον συζητούσαν  έξω στις αυλές των φτωχόσπιτων σήμερα  στα μικρά  μπαλκόνια απ τα φτωχικά  ετοιμόρροπα  διαμερίσματα τους Δεν ξέρει καμιά το ακριβές  όνομα της, όμως γνωρίζουν όλες πως έφτασε προσφυγοπούλα με το καράβι  το 1924 στην πόλη Λένε πως είδε  τους γονείς της να μην αντέχουν το κρύο στα απολυμαντήρια, τότε που τους ξεγυμνώναν όλους και τους περιλούζαν με παγωμένο  νερό μέσα στο κρύο για να μην μολύνουν την πόλη Αυτή την πόλη  την τόσο αμόλυντη Την πόλη των μαφιόζων  που εκπορνεύαν κορίτσια απ την επαναστατημένη Ρωσία λίγο παραπέρα στο μουλέν  ρουζ και διακινούσαν κόκα και όπιο μαζί με  λαθραία ρολόγια  απ την Πόλη Την πόλη των εμπόρων  που μαστιγώναν  τους υπαλλήλους τους Την πόλη  των μιμητών του  Χίτλερ και της 3Ε που κάψανε  τον συνοικισμό των ήδη πυρόπληκτων φτωχών εβραίαων στο Κάμπελ στον Βότση Την πόλη του παπά που  μετά το 12 κουβάλησε μανιάτες και κρητικούς  φασ

Εκπομπή This is Salonika1-η ιστορία του Φόρη και της Ιουλίας

 ιστορίες από μια άγνωστη αλλά  υπαρκτή  Θεσσαλονίκη, αυτή των ανθρώπων της

Το καφενείο

  Ο παπά-Σταμάτης μπήκε  φουριόζος στο καφενείο και έκατσε  σε ένα απ τα τραπεζάκια του Κοίταξε πέρα  δώθε και φώναξε του  καφετζή Παπάς-Γρηγόρη; Γρηγόρη;  απάντηση καμία οπότε  έδωσε πιο πολύ  ένταση στην φωνή του Παπάς-Γρηγόρη; που σαι βρε αναθεματισμένε; Ο καφετζής  βγήκε απ την κουζίνα του   με  αργό  βήμα  και στάθηκε μπροστά στον παπά Καφετζής-Με φώναξες παπά μου; Παπάς-Όχι δοκιμάζω την φωνή μου, Που σαι βρε αφορεσμένε; Καφετζής-Μέσα στην κουζίνα ήμουν  καθάριζα και  τσέκαρα αν χρειάζεται να παραγγείλω. Μου τελειώνει το λάδι και... Παπάς-Καλά , καλά (είπε ο παπάς κουνόντας το χέρι του)δεν με νοιάζει για το λάδι  σου. Φέρε μου ένα καφε και γρήγορα Καφετζής-Γιατί γρήγορα; Παπάς-Γρηγόροη  δεν  σε  λένε; Καφετζής-Γρηγόρη Παπάς-Για αυτό ,  άιντε , άιντε και δεν έχω  όλη την μέρα  για χάσιμο Ο Καφετζής έκανε μεταβολή και  βάδιζε προς το κουζινάκι του με τον παπά να φωνάζει Παπάς-Γρήγορα Γρηγόρη. Γρήγορα. όχι σαν και χθες. Κάναμε  2 ώρες να μας φέρεις έναν καφέ Που στο  υπουργείο  να κά