Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εδώ μωρή θα λέγεσαι όπως θες -russian novel and song

 Η Νάντια  κοιτούσε την κόρη της που  είχε  βγει απ το σπίτι

Δύσκολα   χρόνια  έχουν έρθει, φτώχεια, φτώχεια, φτώχεια 

Η Ελλάδα  δεν είναι  πλέον η χώρα που ήταν όταν είχε πρωτοέρθει όταν  ήταν στην ηλικία   της  κόρης της

Σήμερα  έβλεπε πως η Ελλάδα είχε γίνει αυτό που ήταν η Ρωσία  στις αρχές του 90

Μπήκε το δντ  και η μαφία  και τα  σάρωσε όλα

Η κόρη της όμως δεν είχε ζήσει την προ- κρίσης  εποχή, τότε που με δανεικό χρήμα  οι ντόπιοι  παριστάναν τους πλούσιους  και οι μετανάστες απ την Ανατολική Ευρώπη  ήταν  ρακένδυτοι και δακτυλοδεικτούμενοι

Τώρα μάνα , της έλεγε η κόρη της, την θέση σας  πήραν οι  πρόσφυγες απ την Αφρική και την Ασία

Μωρό μου μη  τα σκέφτεσαι όμως, της απαντούσε σαν μάνα, μην μπλέξεις  σε παρακαλώ. Αν μας σκαλίσουν θα βρουν ότι δεν είσαι  δικιά τους, ότι δεν είσαι ελληνίδα

Βρε μάνα οι παρέες μου όλες ντρέπονται να πουν πως είναι Έλληνες, για αυτούς αυτό το όνομα  αντιπροσωπεύει ότι πιο χυδαίο υπάρχει  σε αυτό τον κόσμο

Την φίλησε και βγήκε στον δρόμο


Την παρατηρούσε απ το μπαλκόνι. Όμορφη, ψηλή, με προσεγμένο  θελκτικό  ντύσιμο. Στενό εφαρμοστό μπλουτζήν φτηνό αλλά προσεγμένο  ως την μέση  μπουφανάκι...

Σήμερα τι έχετε; Πορεία, αφισοκόληση; την ρώτησε πριν φύγει

Αυτή γελούσε  και πειράζοντας της   της απαντουσε

Θα το μάθεις βρε μάνα απ τις ειδήσεις όταν με συλλάβουν...αν ήταν για αφίσες ή  για  επεισόδια

Άντε πάω...πάω...

Και την παρατηρούσε απ το παράθυρο

Για την Νάντια  η  κόρη της ήταν  ότι πιο όμορφο της είχαν αφήσει τα χρόνια της χυδαιότητας, τότε που ο κάθε μπεκρής των Αθηνών, ο κάθε  κουμαρτζής της Σαλονίκης, ο κάθε  ευυπόληπτος αγρότης  μπαμπακιού απ την Καρδίτσα, ο κάθε ρατσιστής  κακομαθημένος  φαντάρος  στον Έβρο είχε  πάρει κάτι απ τις νύχτες της φτύνοντας την  στα μούτρα  στο τέλος 

Πουτάνα που την   γυρόφερνε  σε όλη την Ελλάδα ο Μπάμπης που την αγόρασε απ τον Όλεγκ ήταν  

Μια πουτάνα απ την Ρωσία που την γαμούσαν όλοι

Που απαιτούσαν όλοι να τους κάνει όλα τα κέφια

Που την βρίζαν όλοι

Ρούφα παλιοκομούνι όπως τον ρουφήξατε  στον ψυχρό πόλεμο , της φώναζε ένας φαντάρος απ τον Πύργο, κάτι σαν εσένα  τις γαμάμε μέσα στα χωράφια  στο  χωριό μου και μετά τις  βάζουμε να  μαζεύουν τα καρπούζια  τζάμπα  σαβούρα....

...τότε  νόμιζε  πως δεν θα  γλίτωνε ποτέ.

Τώρα παρατηρούσε την κόρη της να  φτάνει στην γωνία. Την περίμενε το αγόρι της

Φιληθήκαν . Αγκαλιαστήκαν  , κάτι είπαν πριν ξεκινήσουν για την πορεία

Εργάτης ασπούδαχτος  αυτός, εργάτρια ασπούδαχτη αυτή, δεν είχαν καμιά σχέση με  "τα παιδιά μας που σπουδάζουν και δεν βρίσκουν δουλειά  στην Ελλάδα"

Ήταν τα παιδιά που δεν σπούδασαν και κάνανε ότι δουλεια  βρίσκανε

Χαμαλίκι,  σερβιτοριλίκι, σαιζόν στα κωλονήσια  της γκλαμουριάς, σαιζόν στα  αριστερά  εναλλακτικά κολονήσια...για αυτούς δεν είχε διαφορά αν ο πελάτης  είχε κοινωνικές ευαισθησίες ή αν  το μόνο που τον ένοιαζε ήταν   η φιγούρα

Αυτά δουλεύαν πολύ για να κερδίσουν λίγα

Ακόμη και να φτιάχναν τα πράγματα στην χώρα κάποτε η Νάντια  ήξερε πως ο προσανατολισμός αυτών που είχαν την εξουσία  και αυτών που την κυνηγούσαν  ηταν να φτιάξουν μόνο "για αυτά τα παιδιά  που σπουδάσαν και δεν βρίσκουν  δουλειά"

Τα  υπόλοιπα παιδιά θα πηγαίναν στο σκλαβοπάζαρο του ντελίβερη...σκέφτηκε και έφερε στον μυαλό της τον Οδυσσέα

Πίσω 20 χρόνια ...μπορεί και παραπάνω

Σε ένα  σπίτι...όχι και τόσο σπίτι...ο πελάτης δεν είχε μείνει  ευχαριστημένος 

Την τα κάνε όλα  από μπροστά, από πίσω  και μετά  όταν έφευγε είπε στον Μπάμπη

Δεν βογγούσε αρκετά, σαν να  έκανε αγγαρεία ήταν το αγγούρι σου

Ο Μπάμπης...παιδί ποινικό. Μια ζωή έκλεβε φτωχούς για να επιβιώσει, έδερνε  φτωχούς για να επιβιώσει, πηδούσε φτωχούς  για να επιβιώσει  και στην μέσα τσέπη απ το δερμάτινο μπουφάν του είχε την κάρτα ενός βουλευτή  για να  ξελασπώνει

Για την ακρίβεια είχε δυο κάρτες. Μια του  βουλευτή και μια του υπαστυνόμου

Αυτοί τον ξελασπώναν

Άπαξ και έμεινε ο  πελάτης  απογοητευμένος ...επειδή από  πίσω  αυτή δεν βογγούσε σαν ερωτευμένη , την άρπαξε  και άρχισε να την βρίζει και να την κοπανά  ξανα και ξανά

Είχε ξεχάσει την πόρτα  ανοιχτή αλλά στα  αρχίδια του κιόλας. Στην πολυκατοικία όλοι τον ξέραν , ποιος θα του την  έβγαινε;

Ο Οδυσσέας  πάλι  είχε φέρει  φαί  σε ένα παραδιπλανό διαμέρισμα όταν άκουσε το κλάμα της Νάντιας

Είχε προκαλέσει κάποιες  φορές και ο ίδιος το κλάμα  σε άλλους και δεν μπορούσε να το αντέξει

Σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε...κλώτσησε την πόρτα και μπήκε μέσα

Είδε την Νάντια μέσα στα αίματα και τον Μπάμπη να την βρίζει

Ο Οδυσσέας δεν ήταν της κουλτούρας και της ευγένειας , το στόμα  γνώριζε μόνο  βρισιές

Σάλτα και γαμήσου  ρε μαλάκα, βρε σάλτα και γαμήσου  τρύπιε, σα-λτα και γα-μη-σου

Και τον άρπαξε απ τα μαλλιά , τον έσυρε ως τις σκάλες και τον έσπρωξε με μπουνιές να πέσει από αυτές. Ο Μπάμπης πέφτοντας έσπασε τον αυχένα του. Ζούσε ακόμη αλλά βογγούσε τώρα αυτός απ τους πόνους

Ο Οδυσσέας τον πλησίασε στάθηκε από πάνω του και σηκόνοτας το πόδι του άρχισε τις κλωτσιές στον αυχένα μέχρι να πάψει να ανασαίνει

Και θα το ξανάκανα  κύριε πρόεδρε , τους είπε  στο δικαστήριο, φέρτε 100 τέτοιες περιπτώσεις να  ρίξω  100 κλωτσιές στον αυχένα  στοχευμένα

Και καταδίκασε το μέλλον που δεν είχε

Τον κλείσαν  στα σίδερα 

Μια ματιά είχε ανταλλάξει  με την Νάντια και μετά δεν την ξανάδε

Τα δικαστήρια είναι το πρόσωπο της εκάστοτε κοινωνίας

Φροντίσαν η Νάντια  να ξεφύγει απ τους Μπάμπηδες αλλά  καταστρέψαν αυτόν που  ανέδειξε το πρόβλημα

Στην φυλακή ζήτησε να μην  την δει όταν τον επισκέφθηκε 

Μόνο μια ματιά στο δικαστήριο όταν τον σέρναν για την φυλακή είχε αποτυπωθεί ως εικόνα στο μυαλό της

Και τώρα κατέβηκε  στον δρόμο να πάρει τσιγάρα και ένα παπάκι  φρέναρε απότομα  μπροστά της

Γαμω το...,μούγγρισε ο οδηγός  με το ντελίβερη και μετά σταμάτησε και κόλησε κοιτώντας την

Ήμουν αφηρημένη συγν... πηγε να πει και αυτή και κόλλησε  επίσης κοιτώντας την

Ο άντρας που την έσωσε απ τον Μπάμπη  πριν 20 χρόνια θα την χτυπούσε τώρα με το μηχανάκι του

Δεν την χτύπησε όμως

Μείναν να κοιτάζονται καταμεσίς του δρόμου για ώρα.

Μπλοκάραν και την κίνηση  , αμάξια κορνάραν όμως  λες να τους ένοιαζε;

Λες  ρε φίλε να τους καιγόταν καρφί που εσύ ήθελες να πας στην ταβέρνα ή  την κόρη σου  στις...δραστηριότητες, ή  στον γκόμενο;

.......

Το βράδυ  γύρισε η μικρή με το  αγόρι της στο σπίτι και η Νάντια ήταν ακόμη  γυμνή στο κρεββάτι με τον Οδυσσέα

.....

Μερικές  στιγμές αργότερα η Νάντια καθόταν στην κουζίνα νιώθοντας την ανάγκη να απολογηθεί στην κόρη της  στην οποία  έδινε λογαριασμό για  τα πάντα  λες και εκείνη ήταν η μάνα της και αυτή η κόρη της

Ο Οδυσσέας καθόταν στο μπαλκόνι  με τον  φίλο της  και πίναν μπύρες και καπνίζαν κοιτώντας τον ουρανό

Είχε αγχωθεί και ο πιτσιρικάς  τον ρώτησε

Να κάψουμε ένα  σταφ να  χαλαρώσεις λίγο ή σαν παππούς θα με κράξεις;

Σταφ ε; Πάνε  20 χρόνια  από τότε που έκανε  τελευταία   φορά



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γυναίκα ντελίβερυ 1

Είχε πάει 10 και μισή το βράδυ. Αυτή την ώρα  , τις καθημερινές οι δρόμοι αδειάζαν  από τα αυτοκίνητα Της άρεσε αυτή η ώρα. Μπορούσε να δουλέυει πιο άνετα.  Καβαλούσε  το παπάκι της και  πήγαινε τις παραγγελίες  πιο γρήγορα  χωρίς να είναι αναγκασμένη να τρέχει. Μια τέτοια  ώρα  μέσα στο ψιλόβροχο  οδηγούσε  ακούγοντας  στα ακουστικά την αγαπημένη της  μουσική απ τα  80ς   Φτάνοντας με τις πίτσες στα χέρια   στον όροφο που ήταν ο πελάτης,  χτύπησε το κουδούνι του Της  ανοίξαν  δυο έφηβοι που χαμογελούσαν σαν χαζοί Από μέσα της ήρθε η μυρωδιά του μπάφου. Γνώριμη μμυρουδιά. Στην ηλικία τους  τα ίδια έκανε με τις φίλες της ή με το  τότε  αγόρι  της, που μετά έγινε σύζυγος της  , μετά  την κεράτωσε και μετά την χώρισε  αφήνωντας της  άφραγκη να συνεχίσει την ζωή της Τα πιτσιρίκια  της κοιτούσαν εντυπωσιασμένα. Ακόμη και στα  37 της ...

Μπίστας και Μπαρτάς-μικρό θεατρικό

  Το μπαρ  βιτρίνα για τον μαφιόζο Μπαρτά ήταν κλειστό   τις πρωινές ώρες και  για αυτό τον λόγο αποτελούσε το καλύτερο μέρος για να συναντηθεί  και να συζητήσει τις διαφορές του με τον  κύριο ανταγωνιστή του Μπίστα Στο κέντρο του μαγαζιού στήθκε ένα  τραπέζι και ο Μπαρτάς περίμενε στωικά την άφιξη του Μπίστα Ο Μπίστας μαζί με δυο ακόμη άντρες μπήκαν στο μαγαζί Ήταν ο Νικολάκης  ο μπράβος του και ο Στούκας ο σύμβουλος του Ο Σώστης και ο Λέλος ήταν το αντίστοιχο δίδυμο του Μπαρτά και σπεύσαν να παρουν θέση όρθιοι από πίσω του Ο Μπαρτάς του είπε -Καλώς τους , και έκανε με το χέρι του νόημα να καθίσει, κάτσε -Δεν σηκώνεσαι καν να με  υποδεχθείς; ρώτησε ο Μπίστας -Αν θες πρωτόκολλο τράβα στο προεδρικό μέγαρο Ο Μπίστας έκατσε χαμογελώντας Ο Μπαρτάς έκανε έναν  μορφασμό  σαν να τον ρωτούσε τι σήμαινε το χαμόγελο του Ο Μπίστας σήκωσε το γάντι και του απάντησε -Καλά λένε  πως  γερνάς, σε  πεθαίνει η μέση σου και δεν μπορ...

Τι έκανες;(σύντομο διήγημα)

 Στο  εγκαταλελειμμένο  υπόγειο  πάρκινγκ υπήρχε μια καρέκλα. Σε αυτήν καθόνταν ένα  δεμένος πισθάγκωνα άντρας.Ο Οδυσσέας και απέναντι του υπήρχε μια άλλη  καρέκλα στην οποία καθόνταν ο επιθεωρητής Νικολάου Οι δυο άντρες  κοιτάζαν ο ένας τον άλλον αμίλητοι πριν ο επιθεωρητής σπάσει την σιωπή -Χαμογελάς. Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας συνέχιζε να τον κοιτάζει και να χαμογελάει -Είσαι  ξυλοκοπημένος, χρειάζεσαι άμεσα  γιατρό, είσαι σ τα χέρια μας. Κανείς δεν γνωρίζει που βρίσκεσαι. Ίσως ναι να  μην είσαι ζωντανός σε λίγες ώρες ή λεπτά και συ  χαμογελάς; -Ναι. Για την ακρίβεια σε κοιτάζω και χαμογελάω -Γιατί; Πιστεύεις πως  εγώ βρίσκομαι σε δεινή  θέση και συ πως είσαι καλύτερα από εμένα; -Εσύ πιστεύεις κάτι διαφορετικό; Ο επιθεωρητής ξεφύσηξε -Να σου πω. Εγώ έχω μια σταθερή  δουλειά. Στην αστυνομία. Έχω μια πολύ καλή ανώτερη θέση. Στην αστυνομία. Πληρώνει καλά αυτή η  θέση. Σύντομα θα πάρω και προαγωγή και ίσως  στις επό...