Με το ξημέρωμα οι οδηγοί που εισέρχονταν στην πόλη απ την δυτική είσοδο βρισκόταν αντιμέτωποι με ένα μακάβριο θέαμα
Τα κουφάρια τριών ανρών και δυο γυναικών βρισκόταν κρεμασμένα ανάποδα στην γέφυρα της Σταυρούπολης
Γρήγοροα ειδοποιήθηκε η αστυνομία να τα περιμαζέψει
Ο Επιθεωρητής Γεωργίου στεκόταν κάτω απ την γέφυρα κρατώντας στα χέρια του ένα πλαστικό ποτήρι ζεστό καφέ
Ο βοηθός και πουλέν τουο Στέλιος μουρμούρισε
"όσο πάει γίνεται και καλύτερο ε;"
Ο Επιθεωρητής κούνησε το κεφάλι του αναλογιζόμενος πως πλέον βρισκόταν μπροστά σε έναν πονοκέφαλο όπου οι πιέσεις των ανωτέρων του για γρήγορα αποτελέσματα θα τον έκαναν ακ΄πομη μεγαλύτερο
10 ώρες νωρίτερα, το απόγευμα η Σάσα κατέβηκε ξανά απ το βουνό στην πόλη
Το μόνο που ήθελε ήταν να κάνει έναν περίπατο ανάμεσα σε κόσμο
Αδυνατούσε να συμβαδίσει με την ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων αλλά εν τούτοις της έλλειπε η παρουσία τους και πάντα είχε την ελπίδα πως κάποια στιγμή...ίσως γνώριζε κάποιον άνθρωπο που να ήταν...α΄νθρωπος
Περπατούσε στο πάρκο μέχρι που κουράστηκε και έκατσε ένα παγκάκι
Δίπλα της όρθιοι είχαν πιάσει κουβέντα 5 άτομα
Ήταν 3 νεαροί άντρες και δυο γυναίκες, όλοι τους κρατούσαν στα χέρια τα λουριά απ τα σκυλάκια τους που τα είχαν βγάλει βόλτα
Συζητούσαν , μιλούσαν με τόση γλυκάδα και ζεστασία για τα κατοικίδια τους, με τόσοη αγάπη, που η Σάσα ένιωσε ακούγωντας τους πως βρήκε επιτέλους κάποιους ανθρώπους που να μην είναι τα ψυχρά μηχανήματα που παρήγαγε ο σύγχρονος κόσμος
Σηκώθηκε νιώθοντας την ανάγκη να τους πλησιάσει και να τους γνωρίσει
Πριν προλάβει να τους προσεγγίσει πέρασε μπροστά απ την παρέα μια οικογένεια τσιγγάνων
Πατέρας, μητέρα και δυο ξυπόλητα παιδιά
Η παρέα τους κοίταξε με μια κάποαι απεχθεια και η μια κοπέλα ξεστόμισε
-Σίγουρα κατοπτεύουν την γειτονιά
-Έτσι κάνουν, απάντησε ο ένας άντρας, στοχοποιούν σπίτια και μετά μπαίνουν και τα ληστεύουν
-Και η αστυνομία τους πιάνει και τους αφήνει, συμπλήρωση η δεύτερη κοπέλα
-Αντί να τους εκτελεί χωρίς πολλά , πολλά, απάντησε ο δεύτερος άντρας της παρέας
Η Σάσα κοντοστάθηκε λίγα βήματα μακριά τους. Γύρισε και κοίταξε την οικογένεια των τσιγγάνων που απομακρύνονταν
-Δίκιο δεν έχουμε κοπελιά; την ρώτησε ο τρίτος άντρας της παρέας που την πρόσεξε
Η Σάσα χαμογέλασε και τους πλησίασε
-Φυσικά, δεν μπορεί κανείς να νιώθει ασφαλείς πλέον στις μέρες μας με όλους αυτούς που κατέκλυσαν τις πόλεις μας, τους είπε
Μερικά λεπτά αργότερα είχε γίνει κομμάτι της παρέας
Μερικές ώρες αργότεραη παρέα την ακολουθούσε στα δυτικά της πόλης
Ως το χάραμα είχε καταφέρει να απαλλάξει τούτη την γη απτην παρουσία αυτών των φιλόζωων μισανθρώπων
Επέστρεφε κουρασμένη πίσω στο κατάλυμα της στο βουνό
Απέναντι της είδε να πλησιάζει μια αλεπού που κατηφόριζε απ την φωλιά της όπως έκανε κάθε χάραμα προς αναζήτηση τροφής
Κοιτάχτηκαν στα μάτια και συνέχισε η κάθε μία τον δρόμο της
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου