Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο θρύλοςτης Χάμπα(αράβικο παραμύθι)

  


Η περιοχή τους απ την δεκαετία του 30 ήταν "υπό εντολήν"

Έτσι αποφάνθηκε η "κοινωνία των (πλούσιων)εθνών" που μοίραζε κατά πως  συνέφερε τους ισχυρούς  την γη σε όλο τον πλανήτη την δεκαετία του 30


Μετά  , την δεκαετία του 40, τα σπάσανε οι ισχυροί μεταξύ τους , γιατί και μεταξύ τους χωρίζονταν  σε ακόμη πιο ισχυρούς απ την μία και σε  "φτωχούς συγγενείς" απ την άλλη

Δεν μπορούσαν να τα  βρουν οι άνθρωποι κατά πως θα μοιράζουν καταπίεση στους πολύ φτωχούς και ξεκινήσαν πολέμους


Ο πόλεμος ήρθε και στην περιοχή της

Την Χάμπα την είχαν αρπάξει οι στρατιώτες  των  Βρετανών απ το χωριό όσο ήταν ακόμη μικρή

Την χωρίσαν απ τον Αλή που τον αγαπούσε και  σκοπεύαν να  παντρευτούν και να ζήσουν σαν φτωχοί βοσκοί μια ευτυχισμένοι ζωή

Β


λέπεις οι άνθρωποι εκεί τότε αυτά τα όνειρα είχαν

Να παντρεύονται  τον αγαπημένο τους, να  βοσκάνε μαζί τα πρόβατα και να  κάνουν παιδιά

Χόρευε όμως  ωραία και αυτό την καταδίκασε απ τους "υπό εντολήν εντολείς" της  χώρας να  φυλακιστεί στην πρωτεύουσα σε ένα καμπαρέ και να διασκεδάζει κάθε  φλογισμένη νύχτα  τους  εφαρμοστές της "υπό εντολήν...εντολής"




Και αυτό έκανε  για  χρόνια

Μακριά απ τον Αλή που μαράζωνε πίσω στο χωριό

Μέχρι που ήρθε ο πόλεμος


Μέχρι που οι "υπό εντολήν  δική τους  εντολείς" της χώρας τα βρήκαν  σκούρα

Οι έτεροι αντίπαλοι πλέον καταπιεστές φτωχών πλησιάζαν   την πρωτεύουσα

Οι εντολείς  στρατολόγησαν ντόπιους να πολεμήσουν.

Φελάχους,  αλλά και βοσκούς

Έτσι ο Αλή  πρωτοέπιασε  όπλο και τον ρίξαν στις μάχες της ερήμου

"Σκοτώνονταν" να  σκοτώνει κάθε μέρα  "εχθρούς"  υπό τον φόβο μην τον σκοτώσουν αν ολιγωρήσει είτε οι εχθροί, είτε οι εντολείς

Και ο εχθρός πότε οπισθοχωρούσε, πότε ενισχύονταν και προέλαυνε


Το καμπαρέ όπου  τραγουδούσε και χόρευε η Χάμπα όμως  λειτουργούσε ανελλιπώς κάθε  βράδυ

Ο λοχαγός του Αλή για να τον επιβραβεύσει  τον πήγε ένα βράδυ σε αυτό

Εκεί ο Αλή είδε το  φυλακισμένο έτερο ήμισυ του διασκεδάζει τους εντολείς κατακτητές της γης τους

Κοιταχτήκαν και ξανανιώσαν όλα όσα  τους απαγορέψαν να ζήσουν αυτά τα χρόνια

Η Χάμπα πέταξε κάτω το μικρόφωνο και  κατέβηκε κάτω στο κοινό να τον  αγκαλιάσει

Φιληθήκανε μα οι εντολείς τους διακόψαν

Απειλήσαν και τους δυο τους με κρεμάλα αν δεν ανέβαινε αμέσως να  συνεχίσει την δουλειά της

Ο Αλή τράβηξε το μαχαίρι  του, αυτό που από μικρός σύμφωνα με τις παραδόσεις της φυλής του εκπαιδεύτηκε να  χειρίζεται καλά και το κάρφωσε στην καρδιά του λοχαγού του

Κάποια μάνα πίσω στην βόρεια Ευρώπη που περίμενε να τον καμαρώσει ως χειριστή και κατακτητή των απολίτιστων γαιών του πλανήτη τελικά θα τον έκλαιγε

Αμέσως  δυο αξιωματικοί γαζώσανε τον Αλή πισώπλατα με τα  πολυβόλα τους

Μετά σιωπή

Και μετά τα ουρλιαχτά της Χάμπα  που βάλανε φωτιά στην πόλη

Μάταια ενωθήκαν οι  καταπιεστές, οι εντολείς και οι  φερέλπιδες καταχτητές

Μάταια ενωθήκαν οι λευκοί καταπιεστές, οι μέχρι πριν λίγο   εχθροί για να  σβήσουν την φωτιά

Οι κάτοικοι της  πόλης και οι κάτοικοι της υπαίθρου μοιάζαν με τα κεφάλια της λερναίας Ύδρας

Ένα μελαμψό  κεφάλι έκοβε ο λευκός  10 ξεπετάγονταν να τον φάνε την ίδια  στιγμή

Και η Χάμπα διάβαινε ημίγυμνη  τους δρόμους της πόλης

Τώρα δεν τραγουδούσε σαν αηδόνι αλλά ούρλιαζε  με κραυγές βγαλμένες μέσα απ την κόλαση

Και οι κραυγές  διαχέονταν στον αέρα μεταλλασσόμενες σε φονικές  άσβηστες φλόγες που κατέκαιγαν οτιδήποτε μπορούσε και άξιζε να καεί

Ακόμη ορκίζονται  πολλοί στην περιοχή πως  τα βράδια  εμφανίζεται η Χάμπα στους δρόμους και ουρλιάζει ενώ φλόγες  εμφανίζονται στον ουρανό







Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κανείς δεν ξέρει το ακριβές όνομα της

  Υπάρχει ένας  θρύλος στα στενά της πόλης Τον λένε ακόμη οι κυράδες πίνοντας τον καφέ τους τα πρωινά Άλλοτε τον συζητούσαν  έξω στις αυλές των φτωχόσπιτων σήμερα  στα μικρά  μπαλκόνια απ τα φτωχικά  ετοιμόρροπα  διαμερίσματα τους Δεν ξέρει καμιά το ακριβές  όνομα της, όμως γνωρίζουν όλες πως έφτασε προσφυγοπούλα με το καράβι  το 1924 στην πόλη Λένε πως είδε  τους γονείς της να μην αντέχουν το κρύο στα απολυμαντήρια, τότε που τους ξεγυμνώναν όλους και τους περιλούζαν με παγωμένο  νερό μέσα στο κρύο για να μην μολύνουν την πόλη Αυτή την πόλη  την τόσο αμόλυντη Την πόλη των μαφιόζων  που εκπορνεύαν κορίτσια απ την επαναστατημένη Ρωσία λίγο παραπέρα στο μουλέν  ρουζ και διακινούσαν κόκα και όπιο μαζί με  λαθραία ρολόγια  απ την Πόλη Την πόλη των εμπόρων  που μαστιγώναν  τους υπαλλήλους τους Την πόλη  των μιμητών του  Χίτλερ και της 3Ε που κάψανε  τον συνοικισμό των ήδη πυρόπληκτων φτωχών εβραίαων στο Κάμπελ στον Βότση Την πόλη του παπά που  μετά το 12 κουβάλησε μανιάτες και κρητικούς  φασ

Εκπομπή This is Salonika1-η ιστορία του Φόρη και της Ιουλίας

 ιστορίες από μια άγνωστη αλλά  υπαρκτή  Θεσσαλονίκη, αυτή των ανθρώπων της

Το καφενείο

  Ο παπά-Σταμάτης μπήκε  φουριόζος στο καφενείο και έκατσε  σε ένα απ τα τραπεζάκια του Κοίταξε πέρα  δώθε και φώναξε του  καφετζή Παπάς-Γρηγόρη; Γρηγόρη;  απάντηση καμία οπότε  έδωσε πιο πολύ  ένταση στην φωνή του Παπάς-Γρηγόρη; που σαι βρε αναθεματισμένε; Ο καφετζής  βγήκε απ την κουζίνα του   με  αργό  βήμα  και στάθηκε μπροστά στον παπά Καφετζής-Με φώναξες παπά μου; Παπάς-Όχι δοκιμάζω την φωνή μου, Που σαι βρε αφορεσμένε; Καφετζής-Μέσα στην κουζίνα ήμουν  καθάριζα και  τσέκαρα αν χρειάζεται να παραγγείλω. Μου τελειώνει το λάδι και... Παπάς-Καλά , καλά (είπε ο παπάς κουνόντας το χέρι του)δεν με νοιάζει για το λάδι  σου. Φέρε μου ένα καφε και γρήγορα Καφετζής-Γιατί γρήγορα; Παπάς-Γρηγόροη  δεν  σε  λένε; Καφετζής-Γρηγόρη Παπάς-Για αυτό ,  άιντε , άιντε και δεν έχω  όλη την μέρα  για χάσιμο Ο Καφετζής έκανε μεταβολή και  βάδιζε προς το κουζινάκι του με τον παπά να φωνάζει Παπάς-Γρήγορα Γρηγόρη. Γρήγορα. όχι σαν και χθες. Κάναμε  2 ώρες να μας φέρεις έναν καφέ Που στο  υπουργείο  να κά